🇬🇷 el en 🇬🇧

μπαλ μασκέ noun

  • χορός μεταμφιεσμένων - και, γενικότερα, συγκέντρωση - όπου όλοι οι συμμετέχοντες φορούν μάσκες ή είναι μασκαρεμένοι με στολή
masked ball
Wiktionary Links